Παγκόσμια πρώτη: μελέτη συνδέει τις μαιευτικές παρεμβάσεις και την παιδική νόσο σε βάθος χρόνου

παρεμβάσεις στον τοκετό και παισική νόσος

Ομάδα κορυφαίων διεθνών ερευνητών ανακάλυψε σημαντικές συνδέσεις μεταξύ των ιατρικών παρεμβάσεων που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία του τοκετού – όπως η καισαρική τομή και η πρόκληση τοκετού – και της μακροπρόθεσμης υγείας του παιδιού.

Για τη μελέτη-ορόσημο, το Πανεπιστήμιο του Κεντρικού Λάνκασαϊρ (University of Central Lancashire – UCLan) συνεργάστηκε με το Πανεπιστήμιο του Δυτικού Σίδνεϊ (Western Sydney University), το Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο του Γκρόνιγκεν (University Medical Center Groningen) και το Ιατρικό Κέντρο VU στο Άμστερνταμ, το Πανεπιστήμιο Φλίντερς (Flinders University) της Νότιας Αυστραλίας, το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ και το Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Κορκ (University College Cork) στην Ιρλανδία.

Οι ερευνητές ανέλυσαν συνδεδεμένα δεδομένα πληθυσμού και υγείας, που αφορούν 491.590 υγιείς γυναίκες και τα παιδιά τους, που γεννήθηκαν στη Νέα Νότια Ουαλία την περίοδο 2000-2008. Στη συνέχεια παρακολουθήθηκε η υγεία των παιδιών κατά τις πρώτες 28 ημέρες της ζωής τους και μέχρι την ηλικία των πέντε ετών, μέχρι το 2013.

Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση μαιευτικής και γυναικολογίας Birth, περιλαμβάνουν τα εξής:

• Τα βρέφη που γεννήθηκαν με τεχνικά υποβοηθούμενο τοκετό μετά από πρόκληση ή ενίσχυση, είχαν τον υψηλότερο κίνδυνο ίκτερου και προβλημάτων σίτισης.

• Τα βρέφη που γεννήθηκαν με καισαρική τομή είχαν υψηλότερα ποσοστά υποθερμίας μετά τον τοκετό.

• Τα παιδιά που γεννήθηκαν με επείγουσα καισαρική τομή είχαν τα υψηλότερα ποσοστά μεταβολικών διαταραχών τα επόμενα χρόνια.

• Οι πιθανότητες για λοιμώξεις του αναπνευστικού, μεταβολική διαταραχή και έκζεμα ήταν υψηλότερες μεταξύ των παιδιών που βίωσαν οποιαδήποτε μορφή παρέμβασης στον τοκετό.

H Soo Downe, καθηγήτρια Μαιευτικής στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Λάνκασαϊρ, δήλωσε: «Αυτή η έρευνα είναι η πρώτη του είδους της, καθώς ανέλυσε τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις μιας σειράς ιατρικών παρεμβάσεων κατά τη γέννηση. Προηγουμένως, η έρευνα είχε επικεντρωθεί μόνο σε μεμονωμένες μεθόδους παρέμβασης στον τοκετό ή/και σε βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, και γι’ αυτό είναι μοναδική.

«Πιστεύουμε ότι αυτές οι πληροφορίες από την Αυστραλία είναι χρήσιμες για τις μαίες, τους γιατρούς και τις εγκύους, έτσι ώστε τόσο η μητέρα όσο και το μωρό να αυξήσουν τις πιθανότητές τους να έχουν θετικά αποτελέσματα σε βάθος χρόνου, στο Ηνωμένο Βασίλειο».

Η καθηγήτρια Hannah Dahlen, από τη Σχολή Νοσηλευτικής και Μαιευτικής του Πανεπιστημίου του Δυτικού Σίδνεϊ, που ηγήθηκε της μελέτης, πρόσθεσε: «Σε γενικές γραμμές, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι πιθανότητες που είχε ένα παιδί να αναπτύξει βραχυπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο πρόβλημα υγείας, αυξάνονταν σημαντικά εάν υπήρχε ιατρική παρέμβαση κατά τη γέννησή του.

«Η μελέτη προστίθεται στα αυξανόμενα επιστημονικά στοιχεία που υποδηλώνουν ότι τα παιδιά που γεννιούνται με αυθόρμητο κολπικό τοκετό, χωρίς τις κοινώς  χρησιμοποιούμενες ιατρικές και χειρουργικές παρεμβάσεις, έχουν λιγότερα προβλήματα υγείας».

Η Δρ Lillian Peters – που εργάζεται ως επιδημιολόγος στο Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο του Γκρόνινγκεν, στο Ιατρικό Κέντρο VU του Άμστερνταμ και στην Ακαδημία Μαιευτικής Γκρόνινγκεν – ήταν επισκέπτρια μεταδιδακτορική συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Σίδνεϊ, όταν ανέλαβε να ηγηθεί της ανάλυσης δεδομένων.

«Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα βρέφη που γεννήθηκαν με υποβοηθούμενο τοκετό μετά από πρόκληση ή ενίσχυση, είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν ίκτερο, ενώ τα παιδιά που γεννήθηκαν με καισαρική τομή διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν, σε βάθος χρόνου, δυσμενείς καταστάσεις υγείας, όπως λοιμώξεις του αναπνευστικού και μεταβολικές διαταραχές (δηλ. διαβήτης, παχυσαρκία)».

«Με τη διεθνή μας ομάδα, θα διεξάγουμε μελλοντική έρευνα για να επιβεβαιώσουμε ή να διαψεύσουμε τα ευρήματά μας, συμπεριλαμβάνοντας άλλα μητρώα δεδομένων που βασίζονται στον πληθυσμό, συμπεριλαμβανομένης μιας μεγαλύτερης περιόδου παρακολούθησης, για ένα ευρύτερο φάσμα δυσμενών εκβάσεων στην υγεία των παιδιών, ιδιαίτερα εκείνων που διαπιστώνονται πιο συχνά στις ηλικίες άνω των πέντε ετών».

Ο καθηγήτρια Downe, μαζί με την Dahlen και την καθηγήτρια Holly Kennedy από το Πανεπιστήμιο του Γέιλ ανέπτυξαν την υπόθεση της Επιγενετικής Επίδρασης στον Τοκετό (EPIIC) το 2012 – την οποία συνεχίζουν να εξελίσσουν και να δοκιμάζουν.

Η υπόθεση EPIIC προτείνει πως ο τοκετός και η γέννα παρέχουν μια σημαντική ευκαιρία για τη «σπορά» ενός υγιούς μικροβιώματος, και πως το υγιές άγχος του φυσικού φυσιολογικού τοκετού έχει σημαντική επίδραση στην επιγενετική διαμόρφωση.

«Υπάρχει μια γενική αντίληψη ότι η υπερβολική χρήση ιατρικών παρεμβάσεων σε υγιείς γυναίκες και μωρά μπορεί να διακόψει το φυσιολογικό υγιές άγχος της γέννας και της σποράς του μικροβιώματος του εντέρου, και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ένα ευρύ φάσμα ποικίλων εκβάσεων υγείας», λέει η Dahlen.

Προτείνει δε, πως, βελτιώνοντας τη συνεχή υποστήριξη – ή τη συνέχιση της μαιευτικής φροντίδας – και εισάγοντας μια πιο τεκμηριωμένη προσέγγιση για τη φροντίδα στον τοκετό, τα ποσοστά φυσιολογικού τοκετού μπορούν να βελτιωθούν για τις γυναίκες και τα μωρά που δεν χρειάζονται ιατρικές παρεμβάσεις, βελτιώνοντας και τις εκβάσεις υγείας για όλους, κατά συνέπεια.

«Είναι σημαντικό, οι γυναίκες και οι σύντροφοί τους να έχουν όλες τις πληροφορίες, τόσο για τις βραχυπρόθεσμες όσο και για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της παρέμβασης, προκειμένου να λαμβάνουν πραγματικά τεκμηριωμένες αποφάσεις σχετικά με τη φροντίδα», λέει.

Η έρευνα αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε στις 25 Μαρτίου 2018, ενώ οι αυθόρμητοι φυσικοί τοκετοί μειώνονταν παγκοσμίως, απέναντι στην αύξηση των τοκετών με καισαρική και άλλες ιατρικές παρεμβάσεις. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η «αλλαγή παραδείγματος» στον τρόπο που προσεγγίζουμε τη γέννα είναι αναγκαία. Από τη σωστή επιμόρφωση των γονέων και την κατάλληλη προετοιμασία για τον τοκετό, έως και τη «μεταμόρφωση» ολόκληρου του συστήματος υγείας και των πρακτικών του, υπάρχει ένας μακρύς δρόμος που τον φτιάχνουμε βήμα-βήμα, με κάθε μαμά που εμπιστεύεται το σώμα της, με κάθε μωρό που έρχεται στον κόσμο φυσικά και όμορφα, με κάθε επαγγελματία υγείας που στηρίζει την προσπάθεια αυτή, παρεμβαίνοντας μόνο εκεί όπου αυτό χρειάζεται.

Ευτυχία Τοπούζη
Eυτυχία Τοπούζη, CD(DONA), LCCE, SpBCPE, DipHB(KGH), CAHPE, CIMI
Attachment-Focused & Trauma-Informed Perinatal Care
Η Ευτυχία είναι η δημιουργός και ιδρύτρια του BLOSSOM. Είναι επίσης βοηθός μητρότητας CD(DONA), εκπαιδεύτρια περιγεννητικής αγωγής Lamaze (LCCE), εκπαιδεύτρια γονέων Spinning Babies (SpBCPE) και Attached at the Heart (CAHPE), εκπαιδεύτρια βρεφικού μασάζ (CIMI), Focusing Guide, επίσημη συνεργάτης της Attachment Parenting Hellas, σύντροφος και μαμά τριών παιδιών.

Μετάφραση από το άρθρο World-first study links birth interventions and long-term childhood illness

Η έρευνα: Lillian L. Peters PhD, Charlene Thornton RM, PhD, Ank de Jonge RM, PhD, Ali Khashan PhD, Mark Tracy MBBS, PhD, Soo Downe RM, PhD, Esther I. Feijen-de Jong RM, PhD (2018), The effect of medical and operative birth interventions on child health outcomes in the first 28 days and up to 5 years of age: A linked data population-based cohort study

Η συντάκτρια του συγκεκριμένου κειμένου ΔΕΝ είναι επαγγελματίας υγείας. Οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό έχουν εκπαιδευτικό και ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση ΔΕΝ πρέπει να θεωρηθούν ιατρικές συμβουλές ή να χρησιμοποιηθούν αντί ιατρικής αξιολόγησης από τον κατάλληλο πάντα επαγγελματία υγείας.

Pin It on Pinterest

Shares
Share This